γαστριδίου

γαστριδίου
γαστρίδιον
neut gen sg

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Поможем написать курсовую

Look at other dictionaries:

  • εμβρυολογία — Επιστήμη που μελετά την ανάπτυξη των οργανισμών, από τις πρώτες διαιρέσεις του ζυγωτού έως την ολοκλήρωση του σχηματισμού των οργάνων του ατόμου. Οι μέθοδοι που ακολουθεί είναι περιγραφικές (ε. των φυτών· ε. των ζώων· ε. του ανθρώπου),… …   Dictionary of Greek

  • ενδόδερμα — το η εσωτερική στιβάδα τού γαστριδίου από την οποία παράγονται τα επιθηλιακά στοιχεία τού πεπτικού σωλήνα, τού αναπνευστικού συστήματος και τών διαφόρων αδένων …   Dictionary of Greek

  • εξωβλάστη — η το εξώδερμα τού γαστριδίου …   Dictionary of Greek

  • εξώδερμα — Μία από τις τρεις βλαστικές στιβάδες του εμβρύου. Πρόκειται για την εξωτερική στιβάδα κυττάρων, που στους ανώτερους οργανισμούς δίνει γένεση στο δέρμα, στα μαλλιά, στα νύχια, καθώς επίσης και στο νευρικό σύστημα. Βλ. λ. έμβρυο. * * * το 1. το… …   Dictionary of Greek

  • επιβλάστη — η 1. το τμήμα τής εξωβλάστης τού γαστριδίου που απομένει αφού αποχωριστεί η νευροβλάστη, από την οποία διαπλάσσεται το νευρικό σύστημα 2. μικρός συμμετρικός λοβός τής κοτυληδόνας στο έμβρυο τών αγρωστιδών …   Dictionary of Greek

  • μεσόδερμα — Το μεσαίο βλαστικό δέρμα, το οποίο παρεμβάλλεται ανάμεσα στο εξώδερμα και στο εσώδερμα, και το οποίο σχηματίζεται στο στάδιο του γαστριδίου της εμβρυϊκής ανάπτυξης των τριπλοβλαστικών οργανισμών. Από το μ. σχηματίζονται οι συνδετικοί ιστοί, τα… …   Dictionary of Greek

  • μετάζωα — Πολυκύτταροι ζωικοί οργανισμοί, που συνιστούν μία από τις δύο μεγάλες υποδιαιρέσεις του ζωικού βασιλείου, μαζί με τα πρωτόζωα, τα οποία αποτελούνται από ένα μόνο κύτταρο. Τα πολυάριθμα κύτταρα που συνθέτουν το σώμα των μ. είναι οργανωμένα σε… …   Dictionary of Greek

  • νευρίδιο — το 1. βιολ. το εμβρυϊκό στάδιο που ακολουθεί το στάδιο τού γαστριδίου και κατά το οποίο αναπτύσσεται ο νευρικός σωλήνας από τη νευρική πλάκα 2. ζωολ. μικρή δοκίδα που αναστομώνει τις νευρώσεις τών φτερών τών εντόμων …   Dictionary of Greek

  • νευρόδερμα — το βιολ. τμήμα τού εξωδέρματος τού εμβρύου στο στάδιο τού γαστριδίου, το οποίο διαφοροποιείται, με τη διαδικασία τής νευριδίωσης, σε νευρικό σύστημα …   Dictionary of Greek

  • οργανωτής — ο, θηλ. οργανώτρια 1. αυτός που οργανώνει, αυτός που πραγματοποιεί την οργάνωση, διοργανωτής 2. βιολ. α) το μεσενδοδερμικό τμήμα τού ραχιαίου χείλους τού βλαστοπόρου κατά το στάδιο τού γαστριδίου στο έμβρυο τού βατράχου, αλλ. πρωταρχικός… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”